Η Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Λέχοβας είναι κτισμένη στην ανατολική πλευρά του βουνού Τιτάν ή Βέσεζα (1207μ) σε υψόμετρο 1050μ, στην ορεινή Κορινθία.
ΠΩΣ ΘΑ ΠΑΤΕ
Από το Κιάτο, ακολουθώντας το δρόμο προς τα εσωτερικά του νομού, περνά κανείς από το χωριό Σούλι, στρίβει αριστερά με κατεύθυνση προς Νεμέα και συναντά το χωριό Κρυονέρι. Λίγο έξω απ’ αυτό υπάρχει διακλάδωση που οδηγεί στο μοναστήρι (4 χιλιόμετρα) μέσα από μια υπέροχη διαδρομή γεμάτη πλατάνια. Ακολουθώντας την χαράδρα στη δεξιά όχθη του χειμάρρου Ελισσώνα, ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος μας φέρνει γρήγορα στο διάσελο, απ’ όπου μπροστά μας προβάλλει στο βάθος μέσα στο ελατόδασος το Μοναστήρι.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Μας είναι άγνωστο το πότε ακριβώς ιδρύθηκε το Μοναστήρι της Λέχοβας. Γραπτά μνημεία δεν ήλθαν στο φως, ούτε πολύτιμα χειρόγραφα, ούτε βιβλία γιατί καταστράφηκαν από πυρκαγιές, σεισμούς ή χάθηκαν μέσα στις αντίξοες ιστορικές συνθήκες, που αποδιοργάνωσαν ή ερήμωσαν τον τόπο για μικρά ή μεγάλα διαστήματα. Μοναδική πηγή χρονολόγησης μένει το καθολικόν (ναός) και ειδικότερα το ψηφιδωτό μαρμάρινο δάπεδό του. Ο καθηγητής Αναστ. Ορλάνδος το έτος 1934, που επισκέφθηκε το Μοναστήρι και το μελέτησε, κατέληξε να τοποθετήσει χρονικά την κατασκευή του δαπέδου στον 11ο ή 12ο αιώνα μ.Χ. Την ίδια περίοδο φιλοτεχνήθηκαν τα ψηφιδωτά δάπεδα ή ψηφιδωτές παραστάσεις στους τοίχους στη Νέα Μονή Χίου, στη Μονή Δαφνίου, στη Μονή Οσίου Λουκά Βοιωτίας κ.α. Όσον αφορά την ονομασία «Λέχοβα» επικρατεί η άποψη πολλών ειδικών ότι είναι σλαβικής προέλευσης. Πολλά, τέτοια, τοπωνύμια συναντούμε στον Ελλαδικό χώρο (Αράχοβα, Βαρνάκοβα, Λέλοβα, Άκοβο, Μέτσοβο, Λέχοβο κ.α).Στην σλαβική γλώσσα η λέξη “λέχα” σημαίνει λιβάδι, αγρός, πρασιά. Άρα Λέχοβα=λιβαδότοπος.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Το Καθολικό (ναός) της Λέχοβας, όπως το περιγράφει ο καθηγητής Αρχαιολογίας Αν. Ορλάνδος, είναι εκκλησία σταυροειδής εγγεγραμμένου τύπου, με οκταγωνικό ή οκτάπλευρο εξωτερικά τρούλο. Αυτός στηρίζεται σε δύο κίονες (κολόνες), που αποτελούνται από λαξευτούς πέτρινους κυλινδρικούς σπονδύλους και σε δύο πεσσούς(κτιστό τοίχο τετράγωνο), που χωρίζουν τον κυρίως ναό από το Άγιο Βήμα (Ιερό). Ο κυρίως ναός, στην κάτοψή του, είναι περίπου τετράγωνος (7,20 Χ 7,25 μ.). Ανατολικά, στο Ιερό, σχηματίζεται αψίδα τρίπλευρη εξωτερικά και κυκλική εσωτερικά. Ο χώρος φωτίζεται από τα 4 μικρά παράθυρα του τρούλου και από τρία μικρά του Ιερού Βήματος. Ο νάρθηκας ή πρόναος (7,20 Χ 2,26 μ.) έχει δύο εισόδους. Μια στη δυτική πλευρά (κεντρική είσοδος) και μία στη νότια, ένα χαμηλό παραπόρτι, που οδηγούσε στην παλιά αυλή του Μοναστηριού. Ο νάρθηκας στεγάζεται με ξύλινη οροφή και ταβάνι. Επικοινωνεί με τον κυρίως ναό με εσώθυρα, της οποίας το πλαίσιο αποτελείται από δυο μαρμάρινες στήλες δύο περίπου μέτρων, με διπλό επιστήλιο και ανάγλυφες παραστάσεις φύλλων πλατάνου ή αγκαθιού. Σε επαφή με το νότιο τοίχο του κυρίως ναού υπάρχει παρεκκλήσιο πλάτους 3,20 μ. Το παρεκκλήσιο έχει στην ανατολική του πλευρά την κόγχη του Ιερού και μια κοιλότητα στον τοίχο (Προσκομιδή). Ο χώρος φωτίζεται από ένα πολύ μικρό παράθυρο στην κόγχη του Ιερού και ένα μεγαλύτερο στο μέσον της νότιας πλευράς του παρεκκλησίου. Η στέγαση είναι ξύλινη μονόριχτη και ακολουθεί την προς νότον στέγαση του κυρίως ναού και του νάρθηκα. Οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από πέτρα περιοχής και αγκωνάρια από συμπαγή αμμόλιθο, κτισμένοι με άργιλο(χώμα). Αυτός ο ναός είναι νεώτερος επί θεμελίων αρχαιοτέρου. Μια επιγραφή που βρέθηκε χαραγμένη πάνω σε πωρόλιθο, την πλάκα της Αγίας Τράπεζας, πληροφορεί: «.1716 Ιουνίου ια(ii) επελεκύθι». Τότε, έγινε μια ανακαίνιση στο τέλος της Ενετοκρατίας (1715) και στις αρχές της Β’ Τουρκοκρατίας στην Πελοπόννησο. Έγιναν τα εγκαίνια του τελευταίου ναού που μετά από πολλές δοκιμασίες έφθασε ως τις μέρες μας. Το Καθολικό της Λέχοβας έχει πρόσφατα κηρυχθεί αρχαιολογικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού. Ολόκληρη τη δεκαετία του 1990-2000 έγιναν εργασίες συντήρησης- στερέωσης – αποκατάστασης – ανάδειξης του μνημείου με την άδεια και επίβλεψη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
ΨΗΦΙΔΩΤΑ
Σπάνιο κόσμημα του ναού, σημαντικό τόσο από καλλιτεχνικής πλευράς όσο και ως στοιχείο καθοριστικό για τη χρονολόγηση του καθολικού, είναι το μαρμάρινο ψηφιδωτό δάπεδο. Ο Α. Ορλάνδος εκτιμώντας τη σημασία του γράφει το 1935: «Αλλ’ εκείνο όπερ καθιστά πολύτιμον το καθολικόν της μονής της Λέχοβας είναι το δάπεδον αυτού, όπερ καλύπτεται ολόκληρον δι’ ωραίου μαρμαροθετήματος διατηρουμένου εν καλεί σχετικώς καταστάσει.». Μικρά πολύχρωμα κομματάκια μαρμάρου-ψηφίδες έχουν συνδυαστεί με καλαισθησία από το βυζαντινό τεχνίτη του ψηφιδωτού και σχηματίζουν παραστάσεις που διακοσμούν περίτεχνα τον νάρθηκα, τον ναό και το παρεκκλήσιο. Ας δούμε όμως αναλυτικά το θαυμάσιο αυτό μαρμαροθέτημα. Στον νάρθηκα (πρόναο) εξαιρετική εντύπωση προκαλεί η παράσταση με τα τρία ορθογώνια σχήματα τοποθετημένα στη σειρά, από τα οποία το μεσαίο φέρει στο κέντρο ωραίο πράσινο δίσκο διαμέτρου 18 εκ. Ο δίσκος περιβάλλεται από κυκλικό φολιδωτό πλαίσιο και άλλους ομόκεντρους κύκλους στους οποίους κυριαρχεί η διακόσμηση με εναλλασσόμενες μαύρες και άσπρες τριγωνικές ψηφίδες. Ο εξωτερικός κύκλος είναι λευκός, αποτελούμενος από μεγαλύτερα κομμάτια μαρμάρου και προβάλλεται εντονότερα καθώς πλαισιώνεται από μικρές ψηφίδες διαφόρων αποχρώσεων που βρίσκονται γύρω από τον κύκλο σε σχήμα σταυρού. Έτσι σχηματίζεται με αυτές κανονικό εγγεγραμμένο τετράγωνο. Τα δύο πλάγια ορθογώνια έχουν λιτή διακόσμηση. Περιβάλλονται από πλαίσιο κοσμούμενο με ασπρόμαυρες ψηφίδες αλλά απουσιάζει κάποιο σχέδιο στο μέσον. Αναδεικνύεται έτσι εντονότερα το κεντρικό ορθογώνιο με την πλουσιότερη διακόσμηση των ομόκεντρων κύκλων.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως τα δύο πλάγια ορθογώνια έχουν άλλη κατεύθυνση, αντίθετη προς το μεσαίο, για λόγους αρμονίας. Θαυμάζει κανείς στο μαρμαροθέτημα του νάρθηκα την αίσθηση των αναλογιών, του μέτρου και της λιτότητας στη γεωμετρική αυτή παράσταση που προκαλεί μια πρώτη συγκίνηση στον προσκυνητή καθώς βλέπει σ’ αυτήν αποτυπωμένη την αγάπη και την ευαισθησία, θρησκευτική και καλλιτεχνική, του άγνωστου μεσαιωνικού καλλιτέχνη. Προχωρώντας από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό, ακριβώς εμπρός στην είσοδό του, η χαριτωμένη εικόνα ενός πουλιού με ψηλό λαιμό, μακριά και λεπτά πόδια και μικρό ράμφος έλκει την προσοχή και το ενδιαφέρον. Το πτηνό αυτό, που έχει σχηματιστεί με λεπτότατες ψηφίδες, προβάλλει μέσα σε ένα φόντο βαθυκόκκινο, σχήματος ημικυκλικού που αποτελείται από μαρμάρινες πλάκες. Το κόκκινο βάθος περιβάλλεται από πλαίσιο με ρομβοειδές κόσμημα.
ΚΕΙΜΗΛΙΑ
Στην βιβλιοθήκη της Μονής σώζονται ελάχιστα χειρόγραφα ή έγγραφα. Η φθορά του χρόνου, οι ιστορικές περιπέτειες της Μονής και μια πρόσφατη πυρκαγιά(1927) στέρησε από μας μια καλύτερη εικόνα του πνευματικού πλούτου της. Ούτε πατριαρχικά σιγίλια βρέθηκαν που να δίνουν κάποιες πληροφορίες για τον ιδρυτή ή τα προνόμια και τα δικαιώματα του Μοναστηριού. Σε παλαιότερη καταγραφή, υπήρχαν Τουρκικά έγγραφα (κιτάπια) στη Λέχοβα που αφορούσαν στην περιουσία και τα δικαιώματα της Μονής. Χάθηκαν ή κάηκαν. Δύο μόνο χειρόγραφα σώζονται: Ένα μικρό Αγιασματάριο, που περιέχει τον μικρό Αγιασμό και το άλλο είναι Κανονάριο, δηλαδή περιέχει ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας και απαντήσεις σε σχετικά ερωτήματα. Από τα τυπωμένα βιβλία διακρίνουμε το Ειρμολόγιον του 1790 και Αγιογραφικά κείμενα (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), καθώς και Ευαγγελιστάρια της ίδιας περίπου εποχής. Αξιοσημείωτα λειτουργικά βιβλία είναι τα Μηναία του 1820 (έκδοση στη Βενετία). Μια σειρά άλλων βιβλίων που βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη είναι νεώτερα, αξιόλογα όμως για να δίνουν την εικόνα της φιλομάθειας των μοναχών που κατά καιρούς εγκαταβίωσαν εδώ. Τα σωζόμενα έγγραφα στο Αρχείο της Μονής και τα διάφορα έντυπα του 19ου και 20ου αιώνα μας δίνουν χαρακτηριστικές πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση των μοναχών της, μοναδικά σε ιστορική σημασία και πραγματική αξία.
Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους υπάρχουν 105 έγγραφα που αφορούν τη Μονή Λέχοβας και αναφέρονται σε διάφορες υποθέσεις της, μεταξύ των ετών 1835-1852. Σώζεται, επίσης, κάποια νεώτερη αλληλογραφία της Μονής με την Ι.Μητρόπολη Κορίνθου και άλλες κρατικές υπηρεσίες. Εντός της Μονής υπάρχουν λίγα παλαιοχριστιανικά λείψανα με γλυπτό διάκοσμο προερχόμενα από τον αρχικό ναό. Δύο αργυρές λειψανοθήκες φιλοξενούν άγια λείψανα, ένα αργυρούν Ευαγγέλιον και ένα αργυρούν θυμιατόν είναι όλα και όλα τα παλαιότερα ιερά κειμήλια της Μονής. Η ιερά και θαυματουργός εικόνα της Παναγίας του Πάθους, του τέλους του 17ου αιώνα ή αρχές του 18ου και ελάχιστες νεώτερες ιερές εικόνες έφθασαν ως τις μέρες μας να φυλάσσονται στη Μονή και να αγιάζουν τους προσκυνούντας αυτάς «ψυχή τε καί καρδία».
Η ΕΙΚΟΝΑ
Η αγία και θαυματουργός εικόνα της Μονής έχει τη παρακάτω ιστορία: Μέχρι το καλοκαίρι του 1993 υπήρχε η εικόνα με πολλές φθορές από το χρόνο και την υγρασία. Αποφασίστηκε να συντηρηθεί από ειδικό τεχνίτη – συντηρητή. Έτσι, κατά τη διάρκεια της συντήρησης, αποκαλύφθηκε το πρωτότυπο δηλαδή η πρώτη – πρώτη εικόνα που είχε αγιογραφηθεί πάνω στο ξύλο. Είχαν περάσει κατά καιρούς κι άλλα χέρια και είχαν διορθώσει ή είχαν αλλού καλύψει το παλιό εικόνισμα. Αυτό λέγεται επιζωγράφιση και την συναντάμε σε παλιές εικόνες. Η εικόνα χρονολογείται στο τέλος 17ου ή αρχές 18ου αιώνα, δηλαδή 300 περίπου χρόνων. Είναι έργο του Ζακυνθινού αγιογράφου Θεοδώρου αναγνώστη, Παπαντώνη λεγόμενου του Γεωργανά.